|
το планетарий (аппарат) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово планетарий? — ουρανόραμα как с (ново)греческого переводится слово ουρανόραμα? — планетарий — χειρουργώ — βαμένος — πολυκατάστημα — κακοανατεθραμμένος — διασταλάζω — αφλόμωτος — αλαφροχειμωνιά — ξεζούμισμα — χοντρολαίμης — ιδιορρυθμία — πιάνω — αυγαριά — οπλοδιορθωτής — χοντροπελεκώ — ιδρωτίλα — ετεροπολικός — ενδοιασμός — αριστούχος — χειροβολώ — τιμωρώ — εκσπώ |
|||