|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αυθαίρετα? — — παγοπέδιλο — ανθοδέτρια — κοττέτσι — δέ — υπερμέγιστος — απορροφώ — γαλατερός — αριστοκρατισμός — χέσιμο — νταβανόσκουπα — αφιλοσόφητος — κουμαντάρω — κατάψυχρος — αντιπροεδρεύω — κάρπα — εμπερικλείω — φυτολόγος — κτηνωδία — αίτημα — σογχωρητός — ανθοταξία |
|||