|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πολυμόρφως? — — εκτροπή — αναδιπλασιασμός — διαιρετικός — κροκίδα — προεόρτιος — αθυρματοπωλείο — έγκρυπτος — αδρασκελώ — παραφωτίς — αχυροκοπτικός — αυτοστεγάζομαι — αδράχνω — ωφελιμισμός — αδιαμόρφωτος — αναλωτικός — μανός — υδροθήκη — καμινέας — αδρασκελιά — ιπποπαραγωγός — μυθοπλαστικός |
|||