|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πτεροφυΐα? — — ροζιάζω — ηλικίωση — χρηματοκρατία — αναχωματικός — ξεροψημένος — επιβάτης — κνησμονός — θειαφότοπος — κρουνιά — θελεμός — κοκκινέλλη — μουσκεμένος — ρεντιγκότα — πρεμούρα — τσινίζω — κρουστός — κάτισχνος — λαγαρός — δασολογίκή — αναιδώς — χαμόγειο |
|||