εξέβην

формы словаβ
εξέβην
αόρ. от εκβαίνω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εξέβην? —


νεοαποικισμόςαγγαρεύωκαλαισθητικήποδοβολήορτύκιόλεθροςοκταετήςλειψοφεγγαριάασκίδιαραβόφωνοςμετατροπήμελαγχολικάλιγόζωοςεπαγγελίαπανεπιστημιακόςσοφίαπολυγράφησηλαδόψωμοξάφτωκάπνισμαζωόφιλος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit