|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πενηντάρικος? — — μορφώνομαι — εγκαιρα — κακογραμμένος — μυολογία — Αϊκαθίστρα — βασιλιάς — Ιουδαίος — αναχώνω — μετείκασμα — αδάγκαστος — τρελάδικο — ψευτοκουλτουριάρα — εφάπαξ — φανταχτερά — δυσλεξία — χρηματοδοτικός — αντιπέραθε — ανεξασθένητος — αναστροφή — αποκαμωμός — μοσχολιβανίζω |
|||