|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσιτάκι? — — εξαχρείωμα — σκυλολόγι — εντεροστομία — κορτάρισμα — αμνησίθεος — ελεφάντινος — επενέργεια — μεταξοβιομήχανος — φτιασιά — αναπαλλοτρίωτος — νομάς — μυριοστημόριο — αλυση — άνοσος — ψηλοκρατώ — στειρότητα — εικονολήπτης — πλεονασματικός — μοιρογνωμόνιο — περιδιαβάζω — ρέπορτερ |
|||