Новогреческий словарь
απόκαιρος
απόκαιρ|ος
относящийся к далёкому будущему
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
относящийся к далёкому будущему
? —
απόκαιρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
απόκαιρος
? — относящийся к далёкому будущему
#
(ново)греческий словарь
—
στέρεα
—
αυτοσαρκασμός
—
απεριοδικός
—
διπλοχαιρέτισμα
—
μπερμπαντάκος
—
ευφόρητος
—
ερμηνεύς
—
κακομαθημένος
—
εναντιότητα
—
στρώσια
—
νατουραλίστρια
—
ηχολαλία
—
καρμίρισσα
—
φυσιοκρατικός
—
Θάλεια
—
πυρακτωμένος
—
αντευεργετώ
—
ξελουρίζω
—
αποθέρισμα
—
εξυπνώ
—
αναπληρώσιμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,