Новогреческий словарь
κολίτιδα
κολίτιδα
(-ιδος) η мед.
колит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
колит
? —
κολίτιδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κολίτιδα
? — колит
#
(ново)греческий словарь
—
διασταυρούμαι
—
κυκλωνικός
—
γκρανκάσσα
—
χειμωνιά
—
εμπλαστρον
—
ουδαμού
—
φόμπ
—
νιόγαμπρος
—
νεοφανής
—
ταχυβόλος
—
κόσσυβος
—
δασάκι
—
ξεσυνέρισμα
—
παραλειπόμενα
—
διδασκάλισσα
—
περίσσεμα
—
αλφαβητικά
—
ρεματιά
—
περιπλάνηση
—
ανέψανος
—
ξεγεννάω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве