|
польский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово польский? — Πολωνικός как с (ново)греческого переводится слово Πολωνικός? — польский — περισκάπτω — επαινετήριος — αποσήπομαι — χορταρικά — μουλάς — άμμα — διακεκομμένος — ρόδιος — μονόσπερμος — δακτυλίδωμα — ασυδοσία — κακοφανισμός — μηχάνευμο — τσίσια — κοκκωτός — καλαμπουρίζω — ποταμιά — οινοπώλισσα — γαλαντόμος — προσευχή — κοκαΐνη |
|||