|
η встреча (в разн. знач.); слёт; τυχαία (βραχεία, ευτυχής) ~ση — случайная (короткая, счастливая) встреча; έχω ~ση — [phrase]у меня деловое свидание[/phrase]; ποδοσφαιρική ~ση — футбольная встреча #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово встреча? — συνάντηση как на (ново)греческом будет слово слёт? — συνάντηση как с (ново)греческого переводится слово συνάντηση? — встреча, слёт — διφασικός — ξηρά — επιστηρίζω — αναψήφιση — καλπασμός — αστάρομα — βιταλισμός — άτρακτος — θαλασσόβρεχτος — βραδυνός — νιόγαμπρος — αμέθυστος — οικονόμος — υποκατάστατος — κεραμιδάδικο — προβατοκάμηλος — γνοιαστικός — ομφολοσκόπος — τόρευμα — καπιταλίστρια — υποκατάστημα |
|||