Новогреческий словарь
σφηνούμαι
σφηνούμαι
вклиниваться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вклиниваться
? —
σφηνούμαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
σφηνούμαι
? — вклиниваться
#
(ново)греческий словарь
—
μεγαθήριο
—
γυαλίζω
—
κολληταρτζής
—
γλυκοτραγουδισμένος
—
ανέλιξη
—
συνελών
—
μικροπόνηρος
—
μουρουνέλαιο
—
χαριεντίζομαι
—
αμετάστρεπτος
—
καταμαρτύρησις
—
πρόγονοι
—
στρατήγημα
—
οχλαγωγία
—
χρεωλυτικώς
—
γυναικοκουβέντα
—
αναθαρρύνω
—
μαντζέλλα
—
κόρνο
—
καρδιόπονος
—
ελεοθεροστομώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве