|
η эллинистка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эллинистка? — ελληνίστρια как с (ново)греческого переводится слово ελληνίστρια? — эллинистка — διατριβογράφος — φεύγας — τρωγαλίζω — δίαρχία — σόντεκνος — εξαπολνώ — δέσποινα — μπιτίζω — υπουρίδα — γυάλισμα — διάργυρος — αιθεροβάτης — τρομοκρατικός — επίκοινος — σαράντα — επίκρανον — πατερντί — διάμειψη — οστέινος — τσαχπινογαργαλιάρα — μελοποιώ |
|||