|
четырёхколёсный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово четырёхколёсный? — τετράτροχος как с (ново)греческого переводится слово τετράτροχος? — четырёхколёсный — γρανάτα — πλακώνω — δεκαέξ — δίκαιος — μαλάκισμα — αδιάζευκτος — εμφωλεύω — μαγαζάτορας — αυτοεξόριστος — σκλαβοπούλα — πρωτόγραφο — αρραβωνιάρης — δενδροτόμηση — κερδαίνω — περιπνευμονία — εμπεριλαμβάνω — τρακάρισμα — εναλλαγή — μοιροκρατία — γλεντοκόπα — ψυχαλήθρα |
|||