|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σφηκίσκος? — — γριγρί — χαϊδολογώ — φυσικό — έξαλα — σπυράκι — ασημένιος — γλιστρίδα — επιφωτίζω — προσανατολιστικός — εκτεθειμένος — χώριση — εντατικοποιώ — απροβίβαστος — ρινολογία — πτιλωτός — άτυχος — εξιχνιάζω — μαόνι — ανισόπεδος — ανάμελος — φόρμουλα |
|||