|
το 1) прострачивание; 2) : τρυπητό ~ — ажурная строчка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прострачивание? — γάζωμα как с (ново)греческого переводится слово γάζωμα? — прострачивание — νοσταλγία — οπίσθια — ανέμη — αμείλικτος — κοινολογώ — λαρυγγοσκόπηση — εκτουρκίζω — αναρθρος — νεροκουβάλημα — ζουρλαίνομαι — μυία — οξύτητα — κουραστικά — ρωγαλίδα — μετριάζομαι — φρυάττω — τραυματιοφορεας — νουνεχής — γυψωρυχείο — νεοπλασία — επαναστροφή |
|||