|
шутл. пешком #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пешком? — αποστολικά как с (ново)греческого переводится слово αποστολικά? — пешком — συρρικνούμαι — βεβηλωμένος — χειροτερεύση — ενεμήθην — γλειψιά — εθνικοποίηση — κυλιάμενος — μαζέττα — καταγράφομαι — μαρκονιστής — κουνουπάκι — αντεκδικητικά — φιλανθρωπικός — κασερόπιτα — παρατραβάω — αγιογράφηση — αντισταθμίζω — μαθητόκοσμος — ζούγκλα — βουβαλόδερμα — ξώδερμα |
|||