|
сниматься с мели (о судне) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сниматься с мели? — ξεκαθίζω как с (ново)греческого переводится слово ξεκαθίζω? — сниматься с мели — λαρυγγολόγος — χάλυβας — ηπατικός — καυλιάρης — συνδιαλλάσσω — λογαριάζομαι — στικτός — αλμανάκ — ερασιτεχνικός — δράκος — φέρομαι — μασούρι — φορμαλιστικός — εύψυχος — φροντιστήριο — δράκαινα — τριακονθήμερον — γουρλούδικος — Αυγουστίνος — δουλευτάρα — δακτυλιόλιθος |
|||