|
ο спаситель, избавитель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спаситель? — γλυτρωτής как на (ново)греческом будет слово избавитель? — γλυτρωτής как с (ново)греческого переводится слово γλυτρωτής? — спаситель, избавитель — γυμνός — πεζός — στήθος — αλλοιθωρίζω — διασταυρώνω — πενηνταράκι — πρωτοδιορισμένος — παρήλιον — γεράκια — βρεχάμενα — αρριβισμός — διακορεύω — εναποθήκευσις — περίτριμμα — γητεύτρα — ελβετικός — ελαιακόνη — σκυλού — διχοστασία — διακρατώ — ακύμαντος |
|||