|
η педиатрия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово педиатрия? — παιδιατρική как с (ново)греческого переводится слово παιδιατρική? — педиатрия — αρνήσιος — καπλάντισμα — δεινοποίηση — λογοτέχνης — αιμοβόρος — ηθικοθρησκευτικός — χρυσοχοΐα — αναχαίτιση — ηλιοπληξία — κύκλωμα — κοινόχρηστος — ολίγο — αστιγμόμετρο — συνάγχη — παιδισμός — κουφόβραση — ασφυκτικώς — αυγοκόβω — δίστροφος — παραπεμπτικό — ερίφης |
|||