Новогреческий словарь
φασκιά
φασκιά
, ~ία η
пелёнка; свивальник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пелёнка
? —
φασκιά
как на
(ново)греческом
будет слово
свивальник
? —
φασκιά
как с
(ново)греческого
переводится слово
φασκιά
? — пелёнка, свивальник
#
(ново)греческий словарь
—
παρακαλεστός
—
μονατομικός
—
αναμνηάζω
—
συγκαλώ
—
επίκλητος
—
υπέσχον
—
επιφράσσω
—
μικρόχορος
—
δίκαιον
—
αλεύρωμα
—
θειάφινος
—
σαχλαμάρα
—
λιθογλυφία
—
ψευδοπροφήτπς
—
αναλογίζω
—
αμπελοειδή
—
αναγλυτσάζω
—
καρδιοκατακτητής
—
οπτιμισμός
—
γρανίτινος
—
διαρρηγνύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,