|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαρεμλίκι? — — υποτονικότητα — εγκλείστως — δροσοβόλος — λαμπίκος — αποκάρωμα — ξύπνιος — άκομψος — αχερόπλεχτος — επιδιαιτητικός — τελειομανία — λεχρίτης — ανάβλυση — σαλτάρω — γιγαντωμένος — ορνιθοκλέφτης — αδήν — μισερώνω — αβούρτσιστος — Τυρινή — μέρα — κανονάρχος |
|||